Ευρωπαϊκός ΘΟΛΟΣ και στο Αιγαίο για την επόμενη μέρα

 

Του Χρήστου Καπούτση

Κατά την άτυπη σύνοδο στην Κοπεγχάγη οι ευρωπαίοι ηγέτες
έδωσαν «ευρεία στήριξη» σε προτάσεις για την ανάπτυξη ενός
ευρωπαϊκού «drone wall» , δηλαδή συντονισμένων μέτρων για την
ανάπτυξη αντι-ντροουνς ικανοτήτων και ενίσχυση της αεράμυνας, με
σκοπό την προστασία εναέριου χώρου και κρίσιμων υποδομών από μη-
επανδρωμένα αεροσκάφη και εισβολές αερομεταφερόμενων απειλών.
Σε παράλληλα ρεπορτάζ και αναλύσεις γίνεται αναφορά σε προτάσεις
μεγάλων επιπλέον δαπανών για την άμυνα της Ε.Ε. (π.χ. αναφορές σε
σχέδια ή πιέσεις για δεκάδες έως εκατοντάδες δισ. ευρώ , σε ορισμένα
ρεπορτάζ το ποσό «800 δισ.» εμφανίζεται ως στόχος-πρόταση για
ενισχυμένες δαπάνες σε βάθος χρόνου), ενώ υπάρχει έντονη συζήτηση
για την προτίμηση και το ρόλο αμερικανικών τεχνολογιών και εταιρειών
στη νέα αγορά εξοπλισμών (αναλύσεις BreakingDefense / EU press).
Η εποχή των βαρέων, μονολιθικών δυνάμεων ολοένα πιο γρήγορα
αντικαθίσταται από έναν θόλο (αεροπορικό, ψηφιακό και
επιχειρησιακό), που θα καθορίσει, ποιος προστατεύει και ποιος
εκθέτει κρίσιμες περιοχές. Στο προσκήνιο δεν είναι πια μόνο τα
μαχητικά αεροσκάφη Στελθ τεχνολογίας , ή οι πανάκριβες φρεγάτες και
υποβρύχια και τα αντιπυραυλικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς.
Είναι τα drones που αλλάζουν την κλίμακα της απειλής, τα δίκτυα
αισθητήρων που διαχειρίζονται τη μάχη και η τεχνητή νοημοσύνη που
μετατρέπει δεδομένα σε αποφάσεις σε δευτερόλεπτα.
Η Ευρώπη και ειδικότερα η ελληνική αμυντική βιομηχανία βρίσκεται σε
έναν αγώνα δρόμου: είτε θα αντιστοιχήσει την πολιτική βούληση με την
βιομηχανική αναβάθμιση, είτε θα δει τα υφιστάμενα δόγματα να
ακυρώνονται στην πράξη, με συνεπακόλουθο τον επανασχεδιασμό των
χαρτών ισχύος στο Αιγαίο, αλλά και στην ανατολική Μεσόγειο και
ευρύτερα …..
Ο όρος «θόλος» (dome) χρησιμοποιείται διεθνώς για να περιγράψει
μία πολυεπίπεδη, γεωγραφικά συνεχή αρχιτεκτονική άμυνας που
παρέχει προστασία 360° για μία περιοχή ή σύνολο κρίσιμων στόχων.
Η άτυπη σύνοδος της Κοπεγχάγης επιβεβαίωσε αυτό που πολλές
πρωτεύουσες ήδη αντιλαμβάνονται: οι μη-επανδρωμένες πλατφόρμες
και οι μαζικές drone-επιθέσεις αναγκάζουν την Ευρώπη να
ξανασχεδιάσει την αεράμυνά της. Περισσότεροι από 50 ευρωπαίοι
ηγέτες στην Κοπεγχάγη, στήριξαν την ιδέα ενός «ευρωπαϊκού drone
wall» , δηλαδή ενός πολυεπίπεδου, δικτυωμένου θόλου ανίχνευσης και

αντίδρασης και συμφώνησαν να προωθηθεί η πρωτοβουλία στο
επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (23–24 Οκτωβρίου).
Ο «ευρωπαϊκός θόλος» που προτείνεται δεν είναι ένα πραγματικό
τείχος, αλλά ένα δίκτυο πολλών επιπέδων άμυνας. Συνδυάζει ραντάρ,
αισθητήρες ραδιοσυχνοτήτων, θερμικές κάμερες και δορυφορικά
δεδομένα, μαζί με συστήματα που εντοπίζουν και εξουδετερώνουν μη
επανδρωμένα αεροσκάφη (drones). Οι πρόσφατες ανεξήγητες πτήσεις
πάνω από στρατιωτικές βάσεις και αεροδρόμια στη βόρεια Ευρώπη
και τη Δανία, έδειξαν πόσο εύκολα μπορεί να παραβιαστεί ο εναέριος
χώρος , χωρίς να εντοπιστεί ο «παραβάτης» και πόσο επείγουσα είναι η
ανάγκη για τέτοιες υποδομές.
Η φύση του πολέμου αλλάζει ραγδαία. Το πεδίο της μάχης γίνεται
δικτυωμένο, ψηφιακό και εξαιρετικά γρήγορο. Η μετάδοση
πληροφοριών από τους αισθητήρες στα μέσα δράσης γίνεται μέσα σε
δευτερόλεπτα, ενώ τα drones επιτρέπουν μαζικές επιθέσεις χαμηλού
κόστους. Έτσι, τα παραδοσιακά μέσα , όπως τα μαχητικά αεροσκάφη
Rafale και F-35, οι φρεγάτες ή τα αντιπυραυλικά συστήματα,
παραμένουν αναγκαία, αλλά δεν αρκούν για να αντιμετωπίσουν τις
νέες απειλές.
Για την Ελλάδα το ζήτημα έχει ιδιαίτερη βαρύτητα: στο Αιγαίο και στις
νησιωτικές περιοχές, όπου οι αποστάσεις και η πληθυσμιακή διασπορά
αυξάνουν την ευπάθεια, ένας δικτυωμένος «θόλος» μπορεί να κάνει τη
διαφορά στην καθημερινή ασφάλεια και στην αποτροπή. Η ελληνική
άμυνα χρειάζεται τόσο την ενίσχυση των αισθητήρων και των
αποκεντρωμένων αμυντικών κόμβων όσο και τη γρήγορη ενσωμάτωση
τεχνολογιών ηλεκτρονικού πολέμου και αντι-drone. Ταυτόχρονα, η
εγχώρια αμυντική βιομηχανία πρέπει να υποστηριχθεί ώστε να
αναπτύξει και να συντηρήσει λύσεις προσαρμοσμένες στις ανάγκες του
Αιγαίου, που απαιτεί όμως επενδύσεις, συνεργασίες με ευρωπαϊκούς
και νατοϊκούς εταίρους και σαφή πολιτική βούληση.
Η Ελλάδα, χρειάζεται λοιπόν ένα αποκεντρωμένο πλέγμα άμυνας:
συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου που μπορούν να παρεμβάλουν ή να
παραπλανούν τα εχθρικά σήματα, πολλοί μικρότεροι αλλά
διασυνδεδεμένοι αμυντικοί σταθμοί και μη επανδρωμένα αεροχήματα
με τεχνητή νοημοσύνη.
Για την Ελλάδα, η πρόκληση είναι να ενσωματώσει αυτές τις
δυνατότητες γρήγορα και με σχέδιο, ώστε το Αιγαίο να μην

μετατραπεί σε πεδίο όπου η τεχνολογική υστέρηση καθορίζει το
αποτέλεσμα.
Στο νέο ψηφιοποιημένο πεδίο μάχης των «έξυπνων» drones, τα
πανάκριβα μαχητικά Rafale, F-35, F-16 Viper, οι φρεγάτες Belharra και
τα αντιπυραυλικά συστήματα Patriot δεν είναι πια , ούτε η αυτόματη,
ούτε και η αυτονόητη απάντηση, για την αναχαίτιση και
εξουδετέρωση μιας οιασδήποτε απειλής. Χωρίς δίκτυα επιτήρησης (ISR
– Intelligence, Surveillance and Reconnaissance), τεχνητή νοημοσύνη (AI
– Artificial Intelligence) και αποκεντρωμένα συστήματα αντι-drone (C-
UAS – Counter-Unmanned Aerial Systems), απλά θα παρακολουθούν τη
μάχη από μακριά!
Για την Ελλάδα, ο «θόλος» δεν είναι πολυτέλεια. Είναι προϋπόθεση
επιβίωσης.
Η χρήση των drones και των αντι-drone συστημάτων, προσφέρει
δυνατότητες με σχετικά χαμηλό κόστος, αλλά μπορεί να προκαλέσει
κρίσιμα και θανατηφόρα πλήγματα σε προσωπικό και καταστροφές σε
ζωτικές υποδομές, ανάλογα με αυτά ενός μαχητικού Rafale ή μιας
φρεγάτας Belharra.
Η Τουρκία έχει επενδύσει μαζικά σε οπλισμένα μη επανδρωμένα
αεροσκάφη (UCAV μη επανδρωμένα μαχητικά, MALE μέσης
εμβέλειας/μεγάλης διάρκειας), κυρίως τα Bayraktar TB2, με εκτιμήσεις
ότι διαθέτει περισσότερες από 200 μονάδες. Τα TB2 αποδείχθηκαν
αποτελεσματικά σε Συρία, Λιβύη, Ναγκόρνο‑Καραμπάχ και Ουκρανία.
Ένα σενάριο, όχι και τόσο υποθετικό, για την ανάπτυξη «200
τουρκικών drones» από Έβρο έως Καστελόριζο, από σημαίνει μαζική
χρήση ISR (Πληροφορίες–Επιτήρηση–Αναγνώριση) και στοχευμένων
πλήγματων (strike) σε πολλούς άξονες ταυτόχρονα. Η απάντηση για την
αντιμετώπιση άμεσα της τουρκικής drone απειλής δεν είναι Rafale,
Patriot ή Belharra ως πανάκεια, αλλά δικτυωμένα C‑UAS (αντι‑drone),
έξυπνα UAV με τεχνητή νοημοσύνη (AI), εκτεταμένα δίκτυα αισθητήρων
και ικανότητες ηλεκτρονικού πολέμου, αυτά είναι το πραγματικό
«όπλο» στο Αιγαίο.
Με αφορμή τη συζήτηση στη Βουλή για την απόκτηση τέταρτης
φρεγάτας Belharra, κόστους περίπου 1 δισ. ευρώ, αξίζει να
αναρωτηθούμε: αν το ποσό αυτό, επενδυόταν στην εγχώρια αμυντική
βιομηχανία για την ανάπτυξη και παραγωγή ελληνικών drones, τα
οφέλη για την ασφάλεια και την οικονομία θα μπορούσαν να είναι
πολλαπλά , τόσο επιχειρησιακά (αυξημένη επάρκεια C‑UAS/ISR) όσο
και βιομηχανικά (εργασία, τεχνογνωσία, εξαγωγικές δυνατότητες).

Μονάδες UΑV και συστήματα αντι‑drone κοστίζουν κατά κανόνα πολύ
λιγότερο από την αγορά και συντήρηση ενός μαχητικού ή φρεγάτας, και
μπορούν να αναπτυχθούν πιο ευέλικτα σε νησιά και παράκτιες ζώνες.
Είναι και επένδυση στην εγχώρια βιομηχανία και δημιουργεί θέσεις
εργασίας, διατηρεί τεχνογνωσία, μειώνει εξαρτήσεις και ανοίγει δρόμο
για εξαγωγές σε τρίτες χώρες. Και προφανώς, η τοπική παραγωγή
ενισχύει τη δυνατότητα ταχείας επάνδρωσης, επισκευής και
αναβάθμισης, που είναι μια κρίσιμη παράμετρος σε περιόδους κρίσης.

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*